Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Translate

Κυριακή 10 Ιουνίου 2018

Νεοκλασική αρχιτεκτονική στην Ελλάδα.

Το κίνημα του νεοκλασικισμού έχει ιδιαίτερη σημασία και θέση στην ελληνική ιστορία του 19ου και των αρχών του 20ου αιώνα, γιατί, καθώς η μικρή και φτωχή ξαναγεννημένη Ελλάδα προσπαθούσε να προσανατολιστεί και να συμβαδίσει, με τα κράτη της Ευρώπης, ο νεοκλασικισμός ήρθε στην κατάλληλη στιγμή να διακηρύξει και να υλοποιήσει την αναγέννηση του αρχαίου ελληνικού ιδεώδους. Ο συνδυασμός του καλλιτεχνικού κινήματος του νεοκλασικισμού με την «εκ της τέφρας» αναγέννηση της Ελλάδος, αποτέλεσε τη θεμελιώδη προϋπόθεση για την άμεση και ολοκληρωτική αποδοχή των αρχών του νεοκλασικισμού και την εγκαθίδρυσή του εδώ. Η σχέση της αρχαίας με την καινούρια Ελλάδα, γινόταν προφανής και αυταπόδεικτη. Από την άλλη πλευρά, η ευκαιρία που δινόταν στους καλλιτέχνες και κυρίως στους αρχιτέκτονες, ήταν αληθινά μοναδική. Μπορούσαν να μελετούν επί τόπου τα αρχαία μνημεία και να μεταφέρουν τα συμπεράσματά τους στα δικά τους έργα, μπορούσαν να αντιπαραβάλουν άμεσα τα δικά τους προς τα έργα της αρχαιότητας και μπορούσαν αυτό να το κάνουν σε ένα τόπο, όπου για τους περισσότερους Ευρωπαίους η αρχαιότητα ήταν ζωντανή, ή μπορούσε να ξαναζωντανέψει.

Ο νεοκλασικισμός επέζησε στην Ελλάδα ως τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα και πέρα από την επίσημη και μνημειακή τέχνη, επηρέασε βαθιά τη λαϊκή αρχιτεκτονική της εποχής. Όλη αυτή η κίνηση της αναβιώσεως του αρχαίου ελληνικού ιδεώδες, είναι στη βάση της ρομαντική. Αλλά για την Ελλάδα του περασμένου αιώνα, ο ρομαντισμός αυτός έγινε πίστη ακλόνητη και οδήγησε στη δημιουργία ενός πλήθους αρχιτεκτονικών και καλλιτεχνικών έργων, σε μια καλλιτεχνική ακμή, της οποίας μόλις τώρα, μπορούμε να εκτιμήσουμε το μέγεθος και τις αρετές.

Βασικός συντελεστής στην ανάπτυξη του νεοκλασικού κινήματος στην Ελλάδα υπήρξε, ο ερχομός διάσημων ξένων αρχιτεκτόνων και η σπουδή Ελλήνων αρχιτεκτόνων στην Ευρώπη. Στην Ελλάδα ήρθαν οι Τσίλλερ, Σίνκελ, Κλέντσε, Βάιλερ και Γκαίρτνερ, όλοι Γερμανικής προελεύσεως και οι Δανοί αδερφοί Θεόφιλος και Χριστιανό Χάνσεν. Από τους Έλληνες, ο ρομαντικός Σταμάτης Κλεάνθης και ο κλασικιστής Λύσανδρος Καυταντζόγλου, καθώς και οι Κάλκο, Ζέζο, Λαζαρίμο και ο Γάλλος Μπουλανζέ.

Το πρώτο και σημαντικό νεοκλασικό έργο ήταν το πρώτο πολεοδομικό σχέδιο των Αθηνών, των Κλεάνθη και Σάουμπερτ. Παρά όλες τις τροποποιήσεις από τον Κλεάνθη και τη μη ολοκληρωτική εφαρμογή του, το σχέδιο αυτό εξακολουθεί να υπάρχει στον κεντρικό πυρήνα της πρωτεύουσας. Αλλά και σε πολλές επαρχιακές πόλεις έγιναν νέα σχέδια με επιβλητικές πλατείες, μεγάλους άξονες και μνημειακές προοπτικές. Η Ερμούπολη, η Πάτρα, η Τρίπολη και η Ερέτρια, αποτελούν αξιόλογα παραδείγματα πόλεων σχεδιασμένων από τους αρχιτέκτονες του νεοκλασικισμού. Σημαντικότερη και περίοπτη θέση, κατέχουν τα μεγάλα νεοκλασικά κτίρια των Αθηνών και των άλλων ελληνικών πόλεων και οι μνημειώδεις ναοί της εποχής του νεοκλασικισμού.

Σήμερα σώζονται αρκετά δημόσια κτίρια και εκκλησίες, έχουν όμως κατεδαφιστεί πλήθος μικρότερων κτιρίων και ιδιωτικών σπιτιών στην ανεξέλεγκτη μεταπολεμική ανοικοδόμηση. Από τα σωζόμενα κτίρια, που έχουν σήμερα το χαρακτήρα του μνημείου, είναι το Πανεπιστήμιο, έργο του Χριστιανού Χάνσεν, η Βιβλιοθήκη και η Ακαδημία των Αθηνών, έργα του Θεόφιλου Χάνσεν. Τα κτίρια αυτά, αποτελούν ένα επιβλητικό σύνολο, αλλά διακρίνονται επίσης, το κάθε ένα, για την αρτιότητα των αναλογιών, τη σωστή τους κλίμακα, το ευγενικό ύφος και τον γλυπτικό τους διάκοσμο, κυρίως η Ακαδημία. Σημαντικό επίσης, κτιριακό συγκρότημα αποτελούν, τα τρία κτίρια του Πολυτεχνείου, έργο του Καυταντζόγλου. Επίσης το επιβλητικό κτίριο των Παλαιών Ανακτόρων, του Γκαίρτνερ, το Ζάππειο με το ωραίο κυκλικό αίθριο, των Μπουλανζέ και Χάνσεν, το Αρσάκειο, του Λύσανδρου Καυταντζόγλου, το Αστεροσκοπείο του Θεόφιλου Χάνσεν, το Στρατιωτικό Νοσοκομείο, του Μακρυγιάννη, το Βρεφοκομείο στην οδό Πειραιώς, το Αρχαιολογικό Μουσείο στην οδό Πατησίων, το κτίριο της Παλαιάς Βουλής στην οδό Σταδίου του Μπουλανζέ. Εκτός από τα κτίρια που κατασκευάστηκαν, οι αρχιτέκτονες της εποχής σχεδίασαν και πολλά τα οποία έμειναν ανεκτέλεστα. Ο Κλέντσε, πρότεινε ένα σχέδιό του για τα Ανάκτορα στον Κεραμεικό, ενώ ο Θεόφιλος Χάνσεν σχεδίασε ανάκτορα για τον Γεώργιο Α' στον Πειραιά, δίπλα στη θάλασσα. Η πιο περίεργη πρόταση ήταν του Σίνκελ, να κτιστούν τα ανάκτορα του Όθωνα στην Ακρόπολη.

Σημαίνουσα προσωπικότητα της περιόδου του νεοκλασικισμού, ήταν ο Έρνστ Τσίλλερ. Είναι ένας από τους τελευταίους εκπροσώπους του κινήματος, με κάποιες ρομαντικές διαθέσεις, αλλά και αυτός που έχτισε τα περισσότερα κτίρια και έζησε τα περισσότερα χρόνια στην Ελλάδα. Από τα έργα του αναφέρουμε τα ανάκτορα της οδού Ηρώδου Αττικού, το δημαρχείο Ερμουπόλεως, τη Σχολή Ευελπίδων, το Ορφανοτροφείο Χατζηκώστα (κατεδαφίστηκε το 1963), το Βασιλικό Θέατρο, το Ιλίου Μέλαθρον και πολλά άλλα. Μια ιδιαίτερα σημαντική κατηγορία έργων της εποχής αυτής είναι τα θέατρα, στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις και τα περισσότερα είναι έργα του Τσίλλερ, όπως, το Δημοτικό θέατρο των Αθηνών (κατεδαφίστηκε το 1938), τα Δημοτικά της Πάτρας, της Ζακύνθου (καταστράφηκε το 1953), της Σύρου και το Δημοτικό θέατρο του Πειραιά, έργο του Λαζαρίμου.

Μια άλλη, εξίσου σημαντική κατηγορία έργων της εποχής, είναι οι εκκλησίες. Παρά την αυστηρή προσήλωση προς την ορθόδοξη εκκλησία και τη βαρεία κληρονομιά της βυζαντινής ναοδομίας, οι αρχιτέκτονες του νεοκλασικισμού, δεν δίστασαν να προσαρμόσουν και την θρησκευτική αρχιτεκτονική, στο γενικό πνεύμα που επικρατούσε και να δημιουργήσουν νέες μορφές ναών. Οι νεοκλασικές εκκλησίες είναι οι μόνες «μοντέρνες» εκκλησίες που κτίστηκαν στην Ελλάδα, μετά τις βυζαντινές. Το τέλος του νεοκλασικισμού, σημαίνει και την επιστροφή στις μορφές της βυζαντινής αρχιτεκτονικής και τη δημιουργία των λεγόμενων νεοβυζαντινών ναών, που απλώς μιμούνται τα παλαιά βυζαντινά πρότυπα. Οι νεοκλασικές εκκλησίες, είναι πραγματικά πρωτότυπα έργα, με αξιόλογες συνθετικές αρετές και νέα αντίληψη του εσωτερικού χώρου του ναού. Αναφέρουμε τους ναούς της Αγίας Ειρήνης και του Αγίου Κωνσταντίνου στην Αθήνα και στην Πάτρα τον Άγιο Ανδρέα, έργα του Καυταντζόγλου. Τη Μητρόπολη των Αθηνών και τον Άγιο Νικόλαο στον Πειραιά, έργα των Σάουμπερτ και Ζέζου, τον Άγιο Νικόλαο στην Ερμούπολη, του Λαζαρίμου.

Ο νεοκλασικισμός έγινε γενικά αποδεκτός και επηρέασε όλη την αρχιτεκτονική της εποχής, πέρα από τα δημόσια κτίρια. Τα αστικά και τα λαϊκά σπίτια της Αθήνας και των άλλων μεγάλων ελληνικών πόλεων, όπως Πειραιάς, Ερμούπολη, Πάτρα, Ναύπλιο, Ζάκυνθος, Χαλκίδα, Σπέτσες, Μυτιλήνη, Λαύριο, ακολούθησαν το γενικό πνεύμα και κτίστηκαν σύμφωνα με τις αντιλήψεις του νεοκλασικισμού. Σε αυτά τα σπίτια μπορεί κανείς να βρει μερικά από τα πιο ενδιαφέροντα αρχιτεκτονικά και διακοσμητικά στοιχεία της εποχής αυτής, στοιχεία που έχουν χάσει την ακαδημαϊκή τους αυστηρότητα και έχουν μεταπλαστεί, σύμφωνα με το πηγαίο καλλιτεχνικό αίσθημα του τεχνίτη. Πολλές φορές η κλίμακα υποφέρει και τα ρυθμολογικά στοιχεία είναι ελλιπή ή ανακόλουθα, τα επίκρανα των παραστάδων γίνονται πήλινα αντί μαρμάρινα, για να στοιχίζουν φθηνότερα, όπως πήλινοι είναι οι θαυμάσιοι ανθεμωτοί ακροκέραμοι, τα κολωνάκια των στηθαίων και τα αγάλματα. Τα κύματα δεν λαξεύονται σε πέτρα ή μάρμαρο, αλλά γίνονται τραβηχτά στον σοβά και αλλάζουν μορφή.

Τα λαϊκά νεοκλασικά έργα που υπάρχουν σκορπισμένα σε κάθε ελληνική γωνιά, έχουν μια ομορφιά και μια ποιότητα καλλιτεχνική, που όχι μόνο δείχνει ένα ενιαίο πνεύμα, αλλά και μια σπάνια ευαισθησία στη χρησιμοποίηση αυτών των αυστηρών και μακρινών μορφών, που ξαφνικά έγιναν και πάλι οικίες και δια μέσου των οποίων δημιουργήθηκε μια νεοελληνική καλλιτεχνική αναγέννηση. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να τονιστεί, πως η Ελλάδα και οι πολίτες της, ξόδεψαν τεράστια για την εποχή ποσά, για να στολίσουν την πρωτεύουσα και τις άλλες πόλεις με καλλιμάρμαρα κτίρια, γεμάτα γλυπτά και ζωγραφικά έργα, αλλά και αμέτρητα μικρά σπίτια, που έκαναν ότι μπορούσαν για να συμβαδίσουν με τα πρότυπά τους, στην κοινή προσπάθεια να φτάσουν το όραμα μιας νέας, αντάξια της αρχαίας πατρίδας.

Πηγή: E.H. Gombrich, 1998, «Το χρονικό της Τέχνης», Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης Εγκυκλοπαίδεια  «ΔΟΜΗ», Εκδόσεις «ΔΟΜΗ» Αθήναι, 1975.