Η ανάπτυξη της μνημειακής πλαστικής στην Ελλάδα κατά την αρχαϊκή περίοδο (δηλαδή από το τέλος του 7ου ως τις αρχές του 5ου αιώνα π.Χ.) στηρίχτηκε κυρίως σε δύο κατηγορίες αγαλμάτων, τους κούρους και τις κόρες. Στην αρχαία ελληνική οι λέξεις αυτές, όταν δεν χρησιμοποιούνται για να δηλώσουν τη συγγενική σχέση ανάμεσα σε γονείς και παιδιά, έχουν τη σημασία "νέος άνδρας" και "νέο ανύπαντρο κορίτσι". Έτσι στην αρχαιολογική ορολογία επικράτησε διεθνώς να ονομάζονται κούροι τα όρθια αγάλματα νέων, που εικονίζονται κατά κανόνα γυμνοί για να προβληθεί το σφριγηλό τους σώμα (υπάρχουν όμως και κάποιες εξαιρέσεις), και κόρες τα όρθια αγάλματα νεαρών γυναικών ή κοριτσιών, που εικονίζονται πάντοτε ντυμένες με πολυτελή ρούχα που φέρουν πλούσιο χρωματιστό διάκοσμο. Σε όλες τις περιπτώσεις τα κυρίαρχα στοιχεία είναι η νεότητα, η ομορφιά και ο πλούτος.