Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Translate

Κυριακή 11 Νοεμβρίου 2018

Η έννοια του γένους και οι κοινότητες των Ρωμιών

Η έννοια «Γένος» συνδέεται με την ταυτότητα του Νέου Ελληνισμού όπως αυτή διαμορφώθηκε στα χρόνια της oθωμανικής κυριαρχίας. Δεν αφορά όλους τους Rum, όλους δηλαδή τους χριστιανούς της αυτοκρατορίας, αλλά όσους μετείχαν της ορθόδοξης πίστης και της ελληνοβυζαντινής παράδοσης.
Δεν πρόκειται για μια κατηγορία πληθυσμού αλλά για πολλές, απλωμένες σε όλες τις βαθμίδες της κοινωνικής διαστρωμάτωσης.

 Γένος είναι οι αυτοδιοικούμενες κοινότητες του ελλαδικού χώρου, κι οι Φαναριώτες, κι αυτοί που παράγουν πνευματικά και καλλιτεχνικά αγαθά στη Μολδοβλαχία και την Κωνσταντινούπολη, Γένος είναι κι οι Αρβανίτες του Σουλίου. Είναι τελικά όλοι εκείνοι που, αιώνες μετά, ενστερνίστηκαν τις νεωτερικές ιδέες της Φιλικής Εταιρείας και του Διαφωτισμού, και διεκδίκησαν την ανεξαρτησία τους με την επανάσταση του 1821. Το «Γένος» φέρει πολιτικού και πολιτιστικού χαρακτήρα νοήματα. Είναι ένας τρόπος διαχωρισμού «ημών» και των «άλλων».
Κι είναι αυτό το Γένος που, κάποτε αυτοδιοικούμενο και κάποτε σε συνθήκες απόλυτης υποτέλειας, παράγει κοινωνικά αγαθά και έργα υψηλού καλλιτεχνικού επιπέδου, αρχιτεκτονήματα και εικόνες, τοιχογραφίες και έργα μικροτεχνίας, υφάσματα και έντυπα. 

Με την ονομασία «Ρωμιοί» (Rum) ήταν γνωστοί οι ορθόδοξοι πληθυσμοί, ελληνόφωνοι, σλαβόφωνοι, τουρκόφωνοι, που κατοικούσαν στα εδάφη της Οθωμανικής αυτοκρατορίας τα οποία παλαιότερα ανήκαν στο Βυζάντιο.
Οι ελληνορθόδοξοι πληθυσμοί, οι οποίοι ταυτίστηκαν τελικά με την ονομασία «Ρωμιοί», εγκατεστημένοι στον ελλαδικό χώρο και σε άλλες περιοχές της Βαλκανικής χερσονήσου, στη Μικρά Ασία και στην Κωνσταντινούπολη, ύστερα από την αφαίμαξη που υπέστησαν τους δύο πρώτους αιώνες μετά την κατάκτηση, παρουσίασαν τον 17ο αιώνα δημογραφική αύξηση που συνοδεύτηκε από ανάλογη οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη. 

Οργανωμένοι σε κοινότητες, η λειτουργία των οποίων ευνοήθηκε από το σύστημα της οθωμανικής διοίκησης, αλλά και από τα προνόμια τα οποία είχαν παραχωρηθεί στο Πατριαρχείο, είχαν καταφέρει να εξασφαλίσουν κάποια μορφή αυτοδιοίκησης και αυτονομίας, γεγονός που επέτρεψε και την αύξηση της καλλιτεχνικής παραγωγής, η οποία αντιπροσωπεύεται κυρίως από έργα θρησκευτικού χαρακτήρα. Εικόνες, ασημένια εκκλησιαστικά σκεύη, συχνά αφιερώματα πιστών ή συντεχνιών, χρυσοκέντητα πολυτελή άμφια, έντυπα ή χειρόγραφα βιβλία, μαρτυρούν όχι μόνον την πολιτιστική αλλά και την οικονομική ανάπτυξή τους.


Η κοινωνική οργάνωση των ορθόδοξων που ζούσαν στον ελλαδικό χώρο και στη Μ. Ασία ανάμεσα στο 1453 και στο 1830 βασιζόταν στην έννοια της κοινότητας. Στο εσωτερικό αυτών των μικρών κοινωνιών η θέση των ανθρώπων ποίκιλλε ανάλογα με την καταγωγή, το επάγγελμα και την οικονομική κατάσταση. Ανεξάρτητα από το αν βρίσκονταν υπό λατινική ή οθωμανική κυριαρχία, οι ορθόδοξοι πληθυσμοί βίωναν μία κοινή παράδοση πίστης και νοοτροπιών. Καθοριστικός παράγοντας της καθημερινότητάς τους ήταν η Εκκλησία. Από αυτήν πήγαζαν οι αντιλήψεις με βάση τις οποίες ερμηνευόταν η κοινωνική πραγματικότητα και ο κόσμος, ενώ την ίδια στιγμή άλλες αντιλήψεις αντλούνταν από ένα αρχαιότερο, παγανιστικό παρελθόν. Όλες μαζί συγκροτούσαν ένα ενιαίο πλαίσιο σκέψης, που παρέμενε στα ουσιώδη του σημεία μεσαιωνικό τουλάχιστον έως τον 18ο αιώνα.

Την περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας, η Εκκλησία ως θεσμός, αλλά και ως τόπος αναλαμβάνει διπλό ρόλο. Ο εκκλησιασμός και η θρησκευτική ζωή συντελούν στην ψυχική επαφή και συνταύτιση των Ρωμιών και τους βοηθούν να διατηρήσουν την πολιτιστική τους αυτοτέλεια. Από την άλλη ο ναός, εκτός από χώρος πίστης και λατρείας, γίνεται τόπος κοινωνικής συνοχής —εκεί συγκεντρώνεται η κοινότητα και οι πιστοί επικοινωνούν μεταξύ τους στις ποικίλες κοινωνικές εκδηλώσεις: γάμους, βαπτίσεις, συζητήσεις για οικονομικά και πολιτικά θέματα. Μέσα στην εκκλησία και την ενορία συγκροτείται η ενότητα των Ρωμιών.