Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Translate

Κυριακή 17 Φεβρουαρίου 2019

Οι κοσμογονικοί μύθοι των αρχαίων Ελλήνων

Ορφική κοσμολογία

Στην αρχαία Ελλάδα, η πανάρχαια διδασκαλία του μύστη Ορφέα αποτέλεσε την πρωταρχική μυστηριακή ελληνική θρησκεία με ποιήματα και ύμνους απαράμιλλης ομορφιάς. Ο Ορφισμός ομιλεί για το χάος, που συμπυκνώνεται στο γιγαντιαίο κοσμικό αυγό. Αυτό το κοσμικό αυγό άνοιξε στα δυο, έσπασε και σχηματίστηκαν ο ουρανός και η γή. Από το κεντρικό σπέρμα του αυγού, όπως αναφέρεται και στον ύμνο που ακολουθεί, πήρε μορφή ο Φάνης (ο φωτεινός, ο υπαρκτός), το Υπέρτατο Όν και φως, ο πρώτος των θεών, ο πρωτόγονος Έρωτας. Ο Έρωτας συμβολίζει την πνευματική και την εντός της φύσεως δύναμη, που εξωθεί σε ένωση και δημιουργία.



Ορφέως Ύμνοι: (6) Πρωτόγονου θυμίαμα, σμύρνα

«Πρωτόγονον καλέω τον διφή, μέγαν αιθερόπλαγκτον

ώογενή, χρυσέησιν αγαλλόμενον πτερύγεσσιν,

ταυρωπόν, γένεσιν μακάρων θνητών τ’ ανθρώπων

……………………………………………

λαμπρόν άγων φάος αγνόν, αφ’ ού σε Φάνητα κικλήσκω…».

«Τον Πρωτόγονον προσκαλώ, τον δίμορφον τον μέγαν

πού πλανάται στον αιθέρα,

πού γεννήθηκε από το αυγό και χαίρεται με χρυσά φτερά,

αυτόν που έχει πρόσωπο ταύρου

και που γέννησε τους μακάριους θεούς

και τους ανθρώπους…

……………………………………………

και έφερε λαμπρό φως αγνό, και απ’ αυτό σε ονομάζω Φάνητα».

Σύμφωνα με την Ορφική κοσμολογική άποψη: «.. Ήν γάρ ύδωρ αρχή κατ’ αυτόν (τον Ορφέα) τοίς άλλοις, από δε του ύδατος ιλύς κατέστη, εκ δε εκατέρων εγεννήθη ζώον, δράκου προσπεφυκυίαν έχων κεφαλήν λέοντος, διά μέσου δε αυτών θεού πρόσωπον, όνομα Ηρακλής και Χρόνος. Ούτος ο Ηρακλής εγέννησεν υπερμεγέθες ώόν, ό συμπληρούμενον υπό βίας του γεγεννηκότος εκ παρατριβής εις δύο ερράγη, το μέν ούν κατά κορυφήν αυτού Ουρανός είναι ετελέσθη, το δε κάτω ενεχθέν Γής προήλθεν δε και θεός τις δισώματος. Ουρανός δε Γή μιχθείς γεννά θηλείας μέν Κλωθώ Λάχεσιν Ατροπον…»
Πού μεταγράφεται ως εξής:
«Το νερό δηλαδή κατ’ αυτόν (τον Ορφέα) ήταν η αρχή των πάντων και από το νερό κατακάθησε η λάσπη κι από αυτά τα δυο γεννήθηκε ένα ζώο, ένα φίδι με κεφάλι λιονταριού κι ανάμεσά τους υπήρχε το πρόσωπο ενός θεού, που λεγόταν Ηρακλής και Χρόνος. Αυτός ο Ηρακλής γέννησε ένα τεράστιο αυγό, που γεμάτο καθώς ήταν από δύναμη του γεννήτορά του έσκασε στα δυο από την τριβή. Το πάνω μέρος του κατέληξε να γίνει ο Ουρανός και το κάτω μέρος του η Γή, ξεπρόβαλε μάλιστα κι ένας δισώματος θεός. Και ο Ουρανός, αφού έσμιξε με την Γή, γεννάει θηλυκούς απογόνους την Κλωθώ, την Λάχεση και την Ατροπο…».



Ησίοδος-Αριστοφάνης
Ομοίως και στην «Θεογονία» του Ησίοδου το κοσμογονικό πρόβλημα αποτελεί το κυριότερο θέμα. Ας δούμε πώς περιγράφονται οι πρώτες κοσμογονικές αρχές:

Ήτοι μέν πρώτιστα Χάος γένετ’ αυτάρ έπειτα

εκ χάεος δ’ Έρεβός τε

μέλαινά τε Νύξ εγένυτο.

Νυκτός δ’ αυτ’ Αιθήρ και Ημέρη εξεγένοντο.

Γαί ευρύστερνος, πάντων έδος ασφαλές αεί

Τάρταρα τ’ ηρόεντα μυχώ χρόνος ευροδείης ηδ’ Έρος (Θεογονία, στίχ. 116-123).



Πού σημαίνει:

«Πρώτα απ’ όλα έλαβε υπόσταση το Χάος και

εκ του Χάους γεννήθηκαν το Έρεβος

και η μαύρη νύχτα. Από την Νύχτα

δημιουργήθηκαν ο Αιθήρ και η Ημέρα.

Έπειτα η ευρύστερνη Γή, η οποία είναι πάντοτε

βάθρο ασφαλές όλων των όντων

και τα ομιχλώδη Τάρταρα μέσα σ’ ένα βάραθρο

της γής με τις ευρείες οδούς ο Έρως».



Φαίνεται ότι η έννοια του χάους, η προ της Δημιουργίας του Κόσμου κατάσταση του Σύμπαντος, στην αρχαιοελληνική φιλοσοφική σκέψη δεν υποδηλώνει μία απλή θεογονική και αφηρημένη έννοια, αλλά ένα είδος «χαίνοντος» χώρου με κάποια υλική υπόσταση από νεφέλες και σκότος. Το χάος, θεωρητικά, ήταν ο άπειρος χώρος, που περιείχε «εν σπέρματι» όλα όσα αργότερα θα αποτελέσουν το Σύμπαν.
Πάντως, πρώτοι οι Πυθαγόρειοι χαρακτήρισαν το Σύμπαν ως «Κόσμο» εξαιτίας της τέλειας αυτού τάξης και αρμονίας, σε αντίθεση με την αδιαμόρφωτη ουσία του Χάους (Πλούταρχος 2. 886ε και Διογένης Λαέρτιος 48).

Τέλος, μια παραπλήσια άποψη με την Ορφική κοσμολογία εκφράζει και ο Αριστοφάνης στους «Όρνιθες»:
«Χάος ήν και Νύξ Έρεβός τε μέλαν πρώτον και Τάρταρος ευρύς, Γή δ’ ουδέν Αήρ ουδ’ Ουρανός ήν Έρεβος δ’ εν απείροισι κόλποις τίκτει πρώτιστον υπηνέμιον Νύξ η μελανόπτερος ώόν, εξ ού περιτελλομέναις ώραις έβλαστεν Έρως ο ποθεινός στίλβων νώτον πτερύγαν χρυσάν, εικώς ανεμώκεσι δίναις. Ούτος δε Χάει πτερόντα μιγείς νυχίω κατά Τάρταρον ευρύν ενεόττευσεν γένος ημέτερον και πρώτον ανήγαγεν εις φως. Πρότερον δ’ ουκ ήν γένος αθανάτων, πριν Έρως ξυνέμειξεν άπαντα, ξυμμειγνυμένων δ’ ετέρων ετέρας γένετ’ Ουρανός Ωκεανός τε και Γή πάντων τε θεών μακάρων γένος άφθιτον». [Aristoph. Av. 693 (Chor der Vogel)].
Πού μεταγράφεται ως εξής:
«…Στην αρχή υπήρχε το Χάος, η Νύχτα, το μαύρο Έρεβος κι ο πλατύς Τάρταρος, και δεν υπήρχε ούτε η Γή, ούτε ο Αέρας ούτε ο Ουρανός και στους άπειρους κόλπους του Ερέβους η μαυροφτέρουγη Νύχτα γεννάει πρώτα ένα ανεμόδαρτο αυγό, απ’ όπου, σαν ήρθε η ώρα, βγήκε ο φλογερός ο Έρωτας, με χρυσά φτερά ν’ αστράφτουν στην ράχη του, όμοιος μ’ ανεμοστρόβιλο. Αυτός σμίγοντας με το φτερωτό, σκοτεινό Χάος στον πλατύ Τάρταρο, ξεκλώσησε την γενιά μας και την πρωτόβγαλε στο φως. Δεν υπήρχε γενιά αθανάτων πριν ο Έρωτας όλα τα ανακατέψει, όταν όμως αναμείχθηκαν, δημιουργήθηκε ο Ουρανός, ο Ωκεανός, η Γή κι η άφθαρτη γενιά των μακαρίων θεών…».
Συνεπώς ο αρχαιότερος ελληνικός κοσμολογικός μύθος προϋποθέτει, όπως και ο αντίστοιχος ινδικός, την ύπαρξη ενός αρχικού κοσμικού αυγού, που παρουσιάζει μεγάλη ομοιότητα με το αρχικό πρωτοάτομο του abbé G.E. Lemaitre (1894-1966), στην κοσμολογική θεωρία της Μεγάλης Έκρηξης (Big Bang). Πάντως, η έννοια του κοσμικού αυγού, σε όλους τους κοσμογονικούς μύθους είναι το σύμβολο της ολότητας από την οποία προέρχεται όλος ο Κόσμος. Είναι κάτι σαν την μήτρα, που περικλείει μέσα της το σπέρμα της Δημιουργίας. Σχεδόν πάντοτε οι πανάρχαιοι μύθοι ομιλούν για το «κοσμικό αυγό», επειδή το αυγό εκτός από σύμβολο και έναρξη της ζωής και της δημιουργίας, θεωρείται ταυτόχρονα σύμβολο γέννησης και νέας ζωής.