Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Translate

Κυριακή 13 Αυγούστου 2023

Ερρίκος Σλήμαν

 


Ο Ερρίκος Σλήμαν (Heinrich Schliemann, Γερμανία 1822 - Ιταλία 1890) ήταν γιος ενός προτεστάντη ιερέα και έλαβε μια στοιχειώδη εκπαίδευση. Μεγάλες βιοτικές ανάγκες τον ανάγκασαν να διακόψει το σχολείο και να δουλέψει ως υπάλληλος σε παντοπωλείο. Στα 15 του χρόνια μπάρκαρε ως ναυτόπουλο σε πλοίο με προορισμό τη Βενεζουέλα. 

 

Το πλοίο ναυάγησε κοντά στην Ολλανδία και ο νεαρός Σλήμαν περισώθηκε στο Άμστερνταμ όπου προσλήφθηκε σ’ ένα εμπορικό γραφείο. Με τον μισθό του μπόρεσε να συμπληρώσει τη μόρφωσή του. Είχε έφεση στις ξένες γλώσσες (κατείχε περίπου 16, μεταξύ των οποίων η αρχαία ελληνική, η λατινική και η ρωσική). Το 1846 στάλθηκε αντιπρόσωπος του ολλανδικού εμπορικού οίκου στην Πετρούπολη. Εκεί ίδρυσε σε λίγο ένα δικό του εμπορικό, και στο διάστημα μεταξύ 1846-1864 απέκτησε τεράστια περιουσία. Το 1866 σπούδασε στη Σορβόννη ελληνική φιλολογία, σανσκριτική γλωσσολογία, αραβική γλώσσα και λογοτεχνία. Με τη διδακτορική του διατριβή έδειξε ότι η αρχαία Τροία δεν βρισκόταν στη θέση Μπουρνάμπασι της Τρωάδας (όπως πίστευαν τότε οι επιστήμονες), αλλά πρέπει να αναζητηθεί στο λόφο Χισαρλίκ κοντά στον Σκάμανδρο ποταμό.

     Η ανακάλυψη της ακρόπολης της Τροίας με τα υψηλά τείχη αποτελούσε ένα παιδικό όνειρο του Σλήμαν. Αυτό τo όνειρο προέκυψε όταν τα Χριστούγεννα του 1829 έλαβε δώρο από τον πατέρα του μια εικονογραφημένη παγκόσμια ιστορία για παιδιά (G. L. Jerrer, Die Weltgeschichte für Kinder). Σε αυτήν υπήρχε μια εικόνα με την πυρπόληση της Τροίας και την αναχώρηση του Αινεία.

     Το 1868 νυμφεύθηκε τη Σοφία Καστρωμένου. Μετά την πρώτη του ανασκαφή στην Ιθάκη όπου δεν βρήκε το ανάκτορο του Οδυσσέα, μετέβη στην Τροία όπου το 1871 άρχισε να σκάβει στο Χισαρλίκ (Hissarlik) με δικά του έξοδα. Οι ανασκαφές έφεραν στο φως καταπληκτικά ευρήματα, καθώς και την ύπαρξη ερειπίων αλλεπάλληλων πόλεων μέχρι τη ρωμαϊκή εποχή. Στις 30 Μαΐου 1873 έκανε τη μεγάλη του ανακάλυψη: ανάμεσα στα ευρήματα του χώρου όπου έσκαβε ο ίδιος και η γυναίκα του (έχοντας δώσει άδεια στους εργάτες για να μη διαρρεύσει κανένα μυστικό) βρέθηκε μεταξύ άλλων μια ορειχάλκινη ασπίδα, μια χύτρα, ένα αργυρό, ένα ορειχάλκινο και ένα χρυσό αγγείο, δύο χρυσά κύπελλα, δύο χρυσά διαδήματα, 56 χρυσά σκουλαρίκια, 8.750 χρυσά δαχτυλίδια και κουμπιά. Ο ενθουσιώδης Σλήμαν διακήρυξε ότι βρήκε την ομηρική Τροία! Αφού αποζημίωσε την Τουρκία με 55.000 φράγκα μετά από δίκη, έγινε κύριος των κινητών ευρημάτων της Τροίας με τα οποία εμπλούτισε το Εθνολογικό Μουσείο του Βερολίνου και το Εθνικό Μουσείο των Αθηνών.

     Αλλά η ανακάλυψη της Τροίας δεν ήταν αρκετή επιτυχία για αυτόν· φιλοδοξούσε να ανακαλύψει τις κυριότερες τοποθεσίες των ομηρικών επών. Το 1876 ανέσκαψε τις Μυκήνες με καταπληκτικά αποτελέσματα: πλήθος από χρυσά αντικείμενα που κοσμούν σήμερα το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, ήλθαν στο φως. Η ελληνική κυβέρνηση του έδωσε την άδεια ανασκαφής με την προϋπόθεση να παρακολουθείται από τις αρμόδιες αρχές. Το 1878 συνέχισε την ανασκαφή στον Αετό της Ιθάκης και κατά το 1881 ανακάλυψε τον λεγόμενο θησαυρό του Μινύα στον βοιωτικό Ορχομενό. Κατά το 1884-1885 ανέσκαψε την ακρόπολη της Τίρυνθας και ακολούθως πάλι τις Μυκήνες. Πέθανε στη Νάπολη της Ιταλίας αλλά τάφηκε στην Αθήνα. Τα πορίσματα των μελετών του και οι αστήρικτοι ενθουσιασμοί του πολεμήθηκαν από τους επιστήμονες. Οι μεταγενέστεροι αρχαιολόγοι άσκησαν δριμεία κριτική στον Σλήμαν για τις καταστροφικές ανασκαφικές μεθόδους του. Όμως παρ’ όλες τις αμφισβητήσεις, θεωρείται μεγάλος πρόδρομος της αρχαιολογίας και χαρακτηρίζεται ως πατέρας της μυκηναϊκής αρχαιολογίας. Πρόδηλα είναι τα αποτελέσματα της τόλμης και της επιμονής του με τις οποίες κατάφερε ν’ αναστήσει τον λεγόμενο αιγαιακό πολιτισμό, ενώ σπανίως ατομικές εργασίες αποβαίνουν τόσο γόνιμες σε αποτελέσματα όσο οι ανασκαφές του Σλήμαν (βλ. Κ. Δημακοπούλου [επιστημ. επιμ.], Τροία, Μυκήνες, Τίρυνς, Ορχομενός. Εκατό χρόνια από το θάνατο του Ερρίκου Σλήμαν, Υπουργείο Πολιτισμού - Ελληνικό Τμήμα ICOM, Αθήνα 1990).

     Ακολουθεί ένα απόσπασμα από το έργο του Σλήμαν Ιθάκη, Πελοπόννησος και Τροία (Λειψία 1869). Αβίαστα μπορεί κανείς να διαπιστώσει την καλή πλευρά που κάποιες φορές εμφάνιζε η παρουσία ξένων περιηγητών στον ελληνικό χώρο:

     «Έφτασα στα χωράφια του Λαέρτη, κάθισα να ξεκουραστώ και να διαβάσω τη ραψωδία ω της Οδύσσειας. Ο ερχομός ενός ξένου είναι γεγονός ακόμα και στην πρωτεύουσα της Ιθάκης. Πόσο μάλλον στην ύπαιθρο! Μόλις κάθισα, οι χωρικοί μαζεύτηκαν γύρω μου και άρχισαν να με βομβαρδίζουν με ερωτήσεις. Σκέφτηκα πως το καλύτερο που είχα να κάνω ήταν να διαβάσω μεγαλόφωνα τους στίχους 205-412 της ραψωδίας ω και να τους μεταφράζω λέξη προς λέξη στη γλώσσα τους. Η ανάγνωση τους συγκίνησε πολύ και άκουγαν με προσοχή τη μουσική γλώσσα του Ομήρου, τη γλώσσα των ένδοξων προγόνων τους που έζησαν πριν από τρεις χιλιάδες χρόνια. Προχωρούσαμε στα χωράφια κι εγώ τους διάβαζα για τα τρομερά βάσανα που είχε περάσει ο βασιλιάς Λαέρτης σε κάθε σημείο της περιοχής εκείνης, καθώς και για τη μεγάλη του χαρά όταν ξαναβρήκε έπειτα από είκοσι χρόνια χωρισμού τον αγαπημένο του γιο, τον Οδυσσέα, που τον είχε για νεκρό. Τα μάτια όλων είχαν δακρύσει κι όταν τελείωσα την ανάγνωση, άντρες γυναίκες και παιδιά με πλησίασαν, με αγκάλιασαν και μου είπαν: «Μας έδωσες μεγάλη χαρά, σ’ ευχαριστούμε». Με συνόδευσαν θριαμβευτικά μέχρι την πόλη, όπου ήθελαν να με φιλοξενήσουν με κάθε γενναιοδωρία. Δεν μ’ άφησαν να φύγω πριν να υποσχεθώ ότι θα ξαναεπισκεφθώ το χωριό τους».

Αλεξάνδρα Ροζοκόκη