Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Translate

Κυριακή 20 Αυγούστου 2017

Προσδιορισμός της έννοιας του ελεύθερου πολίτη

Το να είναι κανείς πολίτης σήμαινε ότι συμμετείχε ενεργά στην πολιτική, κοινωνική, οικονομική και θρησκευτική ζωή της πόλης, και σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, ήταν εκείνος που κατείχε και ασκούσε το δικαίωμα του άρχειν και του άρχεσθαι. Για να αποκτήσει κανείς την ιδιότητα του ελεύθερου πολίτη έπρεπε να έχει γεννηθεί από γονείς που ήταν και οι δύο ελεύθεροι πολίτες (συγκεκριμένα, από πατέρα πολίτη και από μητέρα κόρη πολίτη). Μάλιστα σε μερικές πόλεις ήταν αναγκαία η καταγωγή τριών γενεών από γονείς πολίτες. Ο κανόνας αυτός της καταγωγής από αμφότερους γονείς πολίτες τηρήθηκε με ευλάβεια από όλες τις πόλεις με ελάχιστες εξαιρέσεις, κυρίως όταν μετά από πολέμους μειωνόταν ο αριθμός του ανδρικού πληθυσμού. 


Στην Αθήνα η Εκκλησία του Δήμου το 451 π.Χ. ενέκρινε ψήφισμα σύμφωνα με το οποίο απαραίτητη προϋπόθεση για την απόκτηση της ιδιότητας του πολίτη ήταν η καταγωγή από γονείς Αθηναίους πολίτες. Μέχρι τότε αρκούσε η κατοχή της ιδιότητας του πολίτη από τον πατέρα (η μητέρα μπορούσε να είναι ξένη, οι πολίτες αυτοί ονομάζονταν μητρόξενοι). Ωστόσο, η Αθήνα απένειμε την ιδιότητα του πολίτη σε κάποιους συμμάχους και μετοίκους ως ανταμοιβή για την προσφορά σημαντικών υπηρεσιών προς την πόλη. Επίσης, υπήρχαν και περιπτώσεις ατομικής απονομής της ιδιότητας του πολίτη, όπως π.χ. στο νόθο παιδί του Περικλή (με την Ασπασία), όταν οι δύο νόμιμοι γιοι του είχαν πεθάνει από το λοιμό. Τέλος, σε άλλες πόλεις αρκούσε η κατοχή της ιδιότητας του πολίτη μόνο από τον πατέρα, ενώ σε άλλες, μόνο από τη μητέρα για να θεωρηθεί κάποιος ελεύθερος πολίτης. Αντίθετα, στη Σπάρτη όλα αυτά θεωρούνταν αδιανόητα. Η ιδιότητα του πολίτη περιφρουρήθηκε με ζήλο σε όλες τις ελληνικές πόλεις γιατί σήμαινε την απολαβή μίας σειράς προνομίων και την κατάληψη αξιωμάτων: πολιτικά δικαιώματα (διαχείριση της εξουσίας), αμοιβές που λάμβαναν για τη συμμετοχή τους στα πολιτειακά όργανα, οι δωρεάν διανομές σιταριού, η δυνατότητα απόκτησης ακίνητης περιουσίας και γης, η πλήρης δικαιοπρακτική ικανότητα (με σημαντικότερα τα κληρονομικά δικαιώματα). Έτσι, το σώμα των πολιτών, με μικρές μόνο εξαιρέσεις, παρέμεινε κλειστό και αυτοδιαιωνιζόμενο.

Δύο ήταν τα βασικά οικονομικά χαρακτηριστικά της ιδιότητας του πολίτη:
1.το δικαίωμα απόκτησης και κατοχής γης και ακινήτων,
2. η απαλλαγή από οποιονδήποτε σταθερό άμεσο φόρο.
Η ιδιοκτησία γης αποτελούσε αποκλειστικό προνόμιο των ελεύθερων πολιτών. Έτσι, στις ολιγαρχικές κυρίως πόλεις απαγορευόταν η πώληση των κλήρων. Στην Αθήνα το μέτρο αυτό χαλάρωσε μετά τις μεταρρυθμίσεις του Κλεισθένη (επειδή η ιδιότητα του πολίτη πιστοποιούνταν από την εγγραφή στους καταλόγους, η έγγεια ιδιοκτησία πέρασε σε δεύτερη μοίρα) και παγιώθηκε με τον Εφιάλτη και τον Περικλή και έτσι ο πολίτης έπρεπε να είχε προσωπική αξία και όχι αναγκαστικά περιουσία (π.χ. οι θήτες που ήταν ακτήμονες). Ωστόσο, ακόμα και τότε η γη εξακολουθούσε να αποτελεί σύμβολο της ιδιότητας του πολίτη. Στη Σπάρτη ίσχυε ένα ιδιότυπο καθεστώς, διότι η γη ενώ ήταν μοιρασμένη σε τόσους κλήρους όσοι ήταν και οι ελεύθεροι πολίτες (οι όμοιοι), αυτή δεν άνηκε στους πολίτες αλλά στην πόλη. Επίσης, για την καλλιέργειά της ασχολούνταν αποκλειστικά οι είλωτες. 

Το νομικό χαρακτηριστικό της ιδιότητας του πολίτη ήταν η πλήρης δικαιοπρακτική ικανότητα που μεταφραζόταν σε δυνατότητα σύναψης οποιασδήποτε δικαιοπραξίας, δικαίωμα παράστασης στα δικαστήρια, δικαίωμα σύνταξης διαθήκης και κληρονομικά δικαιώματα. Όλα αυτά τα απολάμβαναν μόνο οι ενήλικες άρρενες πολίτες (όχι οι γυναίκες και οι διανοητικά καθυστερημένοι). Τα νομικά δικαιώματα ήταν άμεσα συνδεδεμένα με τα πολιτικά, έτσι π.χ. ένας οφειλέτης του Δημοσίου έχανε όλα τα δικαιώματα του πολίτη, έως ότου εξοφλούσε τα χρέη του. 

Τα πολιτικά χαρακτηριστικά της ιδιότητας του πολίτη ήταν τα σημαντικότερα, καθώς η πολιτική αποτελούσε την κύρια δραστηριότητά του, η οποία σήμαινε τη συμμετοχή του στα πολιτικά θεσμικά όργανα, δηλαδή την δυνατότητα έκφρασης των πεποιθήσεων και επιθυμιών τους. Στην Αθήνα είχαμε την Συνέλευση (Εκκλησία) του Δήμου, τη Βουλή, την Ηλιαία και το ολιγομελές σώμα των Αρχόντων. Στη Σπάρτη και σε άλλες ολιγαρχικές πόλεις είχαμε τη Συνέλευση του Δήμου, τη Γερουσία, το Συμβούλιο και το σώμα των Αρχόντων. Αν και πολλά από τα ονόματα των πολιτικών οργάνων είναι τα ίδια, οι διαφορές ανάμεσα σε δημοκρατικές και ολιγαρχικές πόλεις ήταν τεράστιες: στις ολιγαρχικές πόλεις η Συνέλευση δεν συγκαλούνταν συχνά κι όταν αυτό γινόταν, ο δήμος απλά επικύρωνε τις προειλημμένες αποφάσεις της Γερουσίας. Επίσης η εκδίκαση των δικών δε γινόταν από δικαστήρια στα οποία δικαστές ήταν οι απλοί πολίτες, αλλά από ολιγομελή όργανα (Γερουσία, έφοροι). Έτσι, την εξουσία ασκούσαν ουσιαστικά μόνο λίγοι προνομιούχοι πολίτες. Αντίθετα, στην Αθήνα η συμμετοχή ήταν πιο καθολική και ουσιαστική, προσωπική και άμεση. Το στρατιωτικό κριτήριο.

Το τέταρτο στοιχείο της ιδιότητας του πολίτη ήταν στρατιωτικού περιεχομένου. Από τον 5 ο αι. π.Χ. υπήρχε ταύτιση πολίτη και οπλίτη (οπλιτικής ικανότητας, που σήμαινε τη δυνατότητα του πολίτη να προμηθεύεται μόνος του τον αναγκαίο στρατιωτικό εξοπλισμό). Την πολιτική ιδιότητα έπρεπε να κατέχουν μόνο εκείνοι που μπορούσαν να υπερασπιστούν την πόλη τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα απόλυτης ταύτισης πολίτη και στρατιώτη αποτελούσε η Σπάρτη. Οι Σπαρτιάτες (οι όμοιοι) ήταν πρωτίστως στρατιώτες και δευτερευόντως πολίτες. Περνούσαν το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους σε στρατόπεδα, ενώ κάθε άλλη δραστηριότητα ήταν απαγορευμένη. Η συμμετοχή τους στην Απέλλα είχε τυπικό χαρακτήρα, αφού απλά επικύρωναν προειλημμένες αποφάσεις της Γερουσίας και των εφόρων. Στην Αθήνα η σχέση αυτή διατηρήθηκε μέχρι την εποχή του Κλεισθένη, ωστόσο αργότερα η ταύτιση αυτή χαλάρωσε, αφενός επειδή η ιδιότητα του πολίτη επεκτάθηκε και σε εκείνους που δεν είχαν την οπλιτική ικανότητα (π.χ. στους θήτες) και αφετέρου επειδή η Αθήνα έζησε ένα μεγάλο διάστημα χωρίς πολέμους. Μετά τον Πελοποννησιακό, η σχέση πολίτη-οπλίτη χαλάρωσε εντελώς, αφού έχουμε την ύπαρξη μισθοφόρων (π.χ. Κρήτες τοξότες). 

Το τελευταίο χαρακτηριστικό της ιδιότητας του πολίτη αφορούσε στο θρησκευτικό τομέα. Η πολιτική ήταν άμεσα συνδεδεμένη με τη θρησκευτική ζωή. Οι πολίτες όφειλαν να συμμετέχουν στις θρησκευτικές τελετές, όπως και στην πολιτική ζωή. Όλες οι σημαντικές πολιτικές πράξεις περιελάμβαναν θυσίες και τελετές προς τιμή της θεότητας-προστάτη, π.χ. στην Αθήνα η είσοδος ενός μελλοντικού πολίτη στην πολιτική κοινότητα συνοδευόταν από τελετουργίες προς τιμή του Δία ή της Αθηνάς. Έτσι, η είσοδος στην πολιτική ζωή δεν αποτελούσε μόνο πολιτική αλλά και θρησκευτική πράξη. 

Η είσοδος των αγοριών στο πολιτικό σώμα επικυρωνόταν από δύο εγγραφές: την εγγραφή τους στους καταλόγους της φρατρίας και την εγγραφή τους στους καταλόγους του δήμου στον οποίο ανήκαν. Η εγγραφή στη  φρατρία αρρένων και θηλέων γινόταν κατά τη διάρκεια μίας τελετής την τρίτη ημέρα του εορτασμού των Απατουρίων (εορτή κατά την οποία οι φρατρίες λάτρευαν το Φράτριο Δία και τη Φράτρια Αθηνά) κατά την οποία δηλώνονταν τα παιδιά που είχαν γεννηθεί ή υιοθετηθεί από γονείς πολίτες κατά τη διάρκεια του έτους (κάτι σαν τη ληξιαρχική πράξη). Ο πατέρας του παιδιού έδινε όρκο ότι αυτό γεννήθηκε από νόμιμο γάμο με Αθηναία (τα ξένα ή νόθα παιδιά ούτε αναγνωρίζονταν ούτε υιοθετούνταν). Η δεύτερη εγγραφή στους καταλόγους των δημοτών αφορούσε μόνο τα αγόρια και πραγματοποιούνταν με τη συμπλήρωση του 18 ου έτους της ηλικίας τους. Οι δημότες έδιναν όρκο ότι είχαν την απαιτούμενη ηλικία, ότι ήταν ελεύθεροι πολίτες και ότι κατάγονταν από νόμιμη γέννηση. Στη συνέχεια η λίστα υποβαλλόταν για έλεγχο στη Βουλή. Εάν οι δημότες καταψήφιζαν κάποιον ως μη ελεύθερο, αυτός είχε το δικαίωμα να κάνει έφεση στο δικαστήριο. Εάν δικαιωνόταν, οι δημότες υποχρεούνταν να τον εγγράψουν στους καταλόγους του δήμου, στη αντίθετη περίπτωση, η πόλη τον πουλούσε ως δούλο. Στη συνέχεια οι νέοι πολίτες, αφού συγκεντρώνονταν κατά φυλές, εκπαιδεύονταν για δύο έτη στο ακόντιο και στο τόξο και περιπολούσαν στα φρούρια της Αττικής ως φύλακες. Μετά τη λήξη της υποχρεωτικής αυτής θητείας, εισέρχονταν οριστικά στο σώμα των πολιτών.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ


  • C. Mossé – A. Schnapp-Gourbeillon, Επίτομη ιστορία της αρχαίας Ελλάδας (2000-31 π.χ.), μτφρ. Λ. Στεφάνου, Αθήνα: Παπαδήμας, 1996 
  • C. Mossé., Ο πολίτης στην αρχαία Ελλάδα, μτφρ. Ι. Παπακωνσταντίνου, εκδ. Σαββάλας, Αθήνα 1996.
ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση, η αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική ή κατά παράφραση ή διασκευή απόδοση του περιεχομένου του παρόντος με οποιονδήποτε τρόπο, σύμφωνα με τον νόμο 2121/1993 και τους κανόνες Διεθνούς Δικαίου που ισχύουν στην Ελλάδα. Μοναδική περίπτωση αναδημοσίευσης του παρόντος με την συγκατάθεση του εκδότη και την αναφορά του Πολιτιστικά και άλλα.. σαν αναφερόμενος ιστότοπος με url.