Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Translate

Κυριακή 9 Αυγούστου 2020

Η θρησκευτικότητα των Βυζαντινών

Η τάση προς τον μοναχισμό αποτελούσε κύριο χαρακτηριστικό του Βυζαντινού ανθρώπου. Τα γυναικεία και ανδρικά μοναστήρια ήταν γεμάτα. Πολλοί ήταν και αυτοί που μετά από μια έντονη και δραστήρια ζωή πήγαιναν να μονάσουν. Μια άλλη χαρακτηριστική έκφραση της θρησκευτικότητας των Βυζαντινών ήταν η λατρεία των ιερών λειψάνων (την οποία κληρονόμησαν από τους πρώτους χριστιανούς) Αρχικά η λατρεία περιελάμβανε τα λείψανα μαρτύρων την ημέρα της μνήμης του μάρτυρα. Από τα τέλη του 4ου αι. παρατηρείται έξαρση στη λατρεία των λειψάνων. Η Αγία Ελένη, μητέρα του Μ. Κων/νου, στάθηκε πρωτοπόρος αυτής της τάσης: από την εποχή που ανακάλυψε τον Σταυρό του Μαρτυρίου στους Αγίους Τόπους, έστειλε ένα κομμάτι του στην Κων/πολη, ενώ το άλλο παρέμεινε στην Ιερουσαλήμ. Στα τέλη του 4ου αι. κομμάτια του Τίμιου Σταυρού κυκλοφορούσαν παντού στην αυτοκρατορία. 
 
Γενικά Η Κων/πολη έγινε ένα πλούσιο μουσείο λειψάνων, πολλά από τα οποία βρίσκονταν στο Ιερόν Παλάτιον, ενώ άλλα ήταν διασκορπισμένα στις 173 Εκκλησίες. Η λατρεία των λειψάνων απηχούσε ένα πνεύμα ευλάβειας και εκπορευόταν από την πεποίθηση ότι εξασφάλιζε την εγγύτητα με το θείο. Μέσα στην ίδια αντίληψη πρέπει να ενταχθεί και η τάση των Βυζαντινών για καθιέρωση τοπικών λατρειών 
 
Οι προφητείες για τη συντέλεια του κόσμου, οι οποίες προσαρμόζονταν στις ιστορικές συγκυρίες της κάθε περιόδου και είχαν ως επίκεντρο τις τύχες της αυτοκρατορίας γνώρισαν μεγάλη εξάπλωση. Παρά τη θρησκευτικότητα του Βυζαντινού ανθρώπου και την αντίθεση της Εκκλησίας, οι Βυζαντινοί δεν δίσταζαν να καταφύγουν στη μαντική (βιβλιομαντεία, εικονομαντεία, ονειρομαντεία κτλ). Η αβεβαιότητα για το μέλλον σε συνδυασμό με την ανθρώπινη αναζήτηση για αυτοάμυνα και αυτοσυντήρηση έδωσε επίσης ξεχωριστή θέση στη μαγεία. Η στάση της Εκκλησίας απέναντι στη μαγεία ήταν εχθρική παρόλο που σεβάσμια πρόσωπα της Εκκλησίας ή του μοναχισμού είχαν τη δυνατότητα να ερμηνεύουν ακόμη και να ελέγχουν τις υπερφυσικές δυνάμεις. Ο διαχωρισμός, εκ μέρους της Εκκλησίας, μεταξύ της σατανικής μαγικής δύναμης και της θεόπνευστης παροχής βοήθειας ήταν σαφής. 
 
 Ο Λέων Γ’ ο Ίσαυρος στην Εκλογή, αφιέρωσε τρεις διατάξεις για τη δίωξη της μαγείας, ενώ στη νομοθεσία των αυτοκρατόρων της μακεδονικής δυναστείας περιλαμβάνονταν πολύ περισσότερες. Η μαγεία με κύριο στόχο τη διασφάλιση της υγείας και της ευτυχίας αλλά και την εκπλήρωση ανθρώπινων επιθυμιών, καθώς και οι προφητικές διαγνώσεις, αποτελούσαν μια ενδιαφέρουσα όψη της καθημερινής ζωής. Στο πλαίσιο της τάσης των Βυζαντινών προς τη μαντεία εντάσσονται και κείμενα μαγικά ή γητείες ή εξορκισμοί. Η στάση της επίσημης Εκκλησίας ήταν αρνητική σε τέτοια κείμενα. 174 Ο Μιχ. Ψελλός μας πληροφορεί ότι η αυτοκράτειρα Ζωή (11ος αι.) είχε στην κατοχή της εικόνα του Χριστού που είχε κατασκευάσει η ίδια και τη χρησιμοποιούσε για να προβλέπει το μέλλον. Οι αναφορές του Ψελλού σε χρήση θυμιάματος ειδικής κατασκευής και σε αλλαγές του χρώματος της εικόνας, δια μέσου των οποίων η αυτοκράτειρα λάμβανε απαντήσεις και έκανε προβλέψεις, παραπέμπουν σε μεθόδους μαγείας. Ωστόσο, ο ίδιος ο συγγραφέας διαβεβαιώνει ότι όλα αυτά ήταν αποτέλεσμα υπερβολικής ευλάβειας της Ζωής. 
 
Η σύνδεση μάγων και μάντεων με τους δαίμονες αποτελεί κοινό τόπο τόσο στους βυζαντινούς θεολογικούς κύκλους όσο και στη συνείδηση των λαϊκών, ιδιαίτερα των μορφωμένων. Οι Βυζαντινοί πίστευαν ότι οι δαίμονες ήταν άγγελοι που εξέπεσαν από τη θέση τους, εξαιτίας κακής συμπεριφοράς. Υπήρχαν διάφορες κατηγορίες δαιμόνων: - Η πρώτη κατηγορία κατοικούσε στο διάπυρον (= πιθανόν ουρανός) - Η δεύτερη στο αέριον (= αιθέρας) - Η τρίτη στο χθόνιον (= επίγειος κόσμος) - Η τέταρτη στο υδραίον και ενάλιον (= γλυκό και αλμυρό νερό) - Η πέμπτη στο υποχθόνιον (= υπόγειος κόσμος) - Η έκτη στο μισοφαές (= αυτό που μισεί το φως). Οι δαίμονες βρίσκονταν παντού και ήταν έτοιμοι να μπουν στα σώματα ανθρώπων ή οικιακών ζώων για να προκαλέσουν πνευματικές και ψυχικές ασθένειες. Η δαιμονολογία χωρίς αμφιβολία διαμορφώθηκε κάτω από επιδράσεις προχριστιανικές, δεδομένου ότι ο ελληνιστικός, ο περσικός και ο ιουδαϊκός κόσμος δεχόταν την ύπαρξη κακών πνευμάτων, τα οποία είχαν τη δυνατότητα να επεμβαίνουν στη ζωή των ανθρώπων.
 
Πηγή: Σ. Ευθυμιάδης,  Α. Κυρκίνη-Κούτουλα, Ν. Νικολούδης, Β. Πέννα, Δημόσιος και ιδιωτικός βίος στον βυζαντινό και μεταβυζαντινό κόσμο, ΕΑΠ, Πάτρα 2001, σ. 26, 107- 114.