Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Translate

Κυριακή 22 Σεπτεμβρίου 2019

Τα πολιτειακά όργανα της Σπάρτης την κλασική εποχή και το Μεικτό πολίτευμα




Μετά τους δύο Μεσσηνιακούς Πολέμους, η ζωή στη Σπάρτη οριζόταν από αυστηρή νομοθεσία και η ατομικότητα εξαφανίστηκε μέσα στις στρατιωτικές υποχρεώσεις. Το πολίτευμα της Σπάρτης στη μορφή που γνωρίζουμε ότι είχε τον 5ο π. Χ. αι. διαμορφώθηκε τον 6ο π. Χ. αι., ίσως και νωρίτερα. Η πόλη- κράτος της Σπάρτης αποτελούνταν από τρείς βασικές κοινωνικές κατηγορίες. Οι όμοιοι, δηλαδή οι Δωριείς κάτοικοι, που ήταν οι μόνοι που είχαν πολιτικά δικαιώματα. Οι περίοικοι, ήταν οι παλιοί κάτοικοι της περιοχής, που ασχολούνταν κυρίως με την γεωργία. Δεν είχαν πολιτικά δικαιώματα, ήταν όμως υποχρεωμένοι να στρατεύονται. Οι είλωτες, δηλαδή Δωριείς της Λακωνικής και της Μεσσηνίας που υποδουλώθηκαν στους Σπαρτιάτες, ζούσαν κάτω από τη σκληρή τους επίβλεψη, χωρίς κανένα δικαίωμα.



Το πολίτευμα της Σπάρτης κατά παράδοση λέγεται ότι ήταν έργο του νομοθέτη Λυκούργου. Εκείνος διαίρεσε τον λαό σε μερίδες και εισήγαγε σύμφωνα με τον Πλούταρχο τον θεσμό της γερουσίας, που την τοποθέτησε μεταξύ της συνέλευσης του δήμου και των βασιλέων, έτσι ώστε να λειτουργεί εξισορροπητικά. Ο Λυκούργος όρισε στην Σπάρτη νόμους αντίθετους από αυτούς των άλλων Ελλήνων. Κατά αυτό τον τρόπο ο Λυκούργος κατέστησε το πολίτευμα «μεικτό», όπως επίσης μας πληροφορεί ο Πλούταρχος. Οι διάδοχοι του Λυκούργου εκατό τριάντα χρόνια περίπου μετά από τον θάνατό του πρόσθεσαν και τον θεσμό των πέντε εφόρων, επί βασιλείας Θεόπομπου. Έτσι τα πολιτειακά όργανα της Σπάρτης στην κλασική εποχή πήραν το ακόλουθο σχήμα: δύο βασιλείς, γερουσία, πέντε έφοροι και Απέλλα.



Βασιλείς. Το πιο χαρακτηριστικό στοιχείο της πολιτειακής οργάνωσης της Σπάρτης ήταν η επιβίωση του θεσμού της βασιλείας και μάλιστα της διπλής. Η Σπάρτη είχε δύο βασιλείς ως το τέλος της αρχαιότητας. Οι αρμοδιότητές τους ήταν θρησκευτικές και στρατιωτικές και το αξίωμά τους ήταν κληρονομικό. Μόνο σε περίοδο πολέμου η εξουσία τους εφαρμοζόταν απόλυτα. Είχαν κλήρο μεγαλύτερο και διπλή μερίδα στο συσσίτιο και στα πολεμικά λάφυρα. Είχαν πολιτικές εξουσίες, ήταν ισόβια μέλη της γερουσίας με δικαίωμα ψήφου, καθώς και δικαστικές εξουσίες που αφορούσαν ζητήματα οικογενειακού δικαίου. Οι βασιλείς εξέφραζαν την εκτελεστική εξουσία, όμως υπήρχαν όρια στην άσκηση της βασιλικής εξουσίας, καταρχάς από το γεγονός ότι ήταν διπλή, καθώς και από το μοίρασμα των εξουσιών που έγινε με την Μεγάλη Ρήτρα, επίσης από τον έλεγχο που ασκούσαν πάνω τους οι έφοροι και ότι ο κάθε βασιλιάς ήταν υποχρεωμένος να δίνει όρκο πίστης και σεβασμό στο πολίτευμα.



Γερουσία. Την γερουσία αποτελούσαν είκοσι οκτώ γέροντες και οι δύο βασιλείς. Δεν υπήρχε σύστημα εκλογής, αλλά μάλλον αναπλήρωσης των κενών θέσεων, λόγω θανάτου, των γερουσιαστών. Ο υποψήφιος για την γερουσία έπρεπε να ήταν πάνω από εξήντα χρονών, να ήταν δηλαδή απαλλαγμένος από τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις. Ήταν ισόβιοι άρχοντες, εκλέγονταν δια βοής από την Απέλλα και δεν λογοδοτούσαν σε κανένα. Η εξουσία της ήταν νομοθετική, δικαστική και προβουλευτική. Είχε το δικαίωμα να ακυρώσει τις προτάσεις της Απέλλας και να διαλύσει τη συνεδρία της. Αποτελούσε το ανώτατο ποινικό δικαστήριο της πόλης και μαζί με τους εφόρους δίκαζε υποθέσεις που αφορούσαν τους βασιλείς. Η γερουσία στην Σπάρτη αποτελούσε την ανώτατη μορφή εξουσίας.



Έφοροι. Οι πέντε έφοροι εκλέγονταν δια βοής από την Απέλλα και είχαν ετήσια θητεία. Έφορος μπορούσε να εκλεγεί κάθε Σπαρτιάτης πολίτης αρκεί να ήταν πάνω από τριάντα χρονών. Δεν γνωρίζουμε ακριβώς πότε θεσπίστηκε ο θεσμός των πέντε εφόρων, ωστόσο φαίνεται ότι μετά τον 2ο Μεσσηνιακό Πόλεμο, ο θεσμός των πέντε εφόρων λειτούργησε ως ένας τρόπος άμυνας στο ενδεχόμενο εγκαθίδρυσης τυραννικού καθεστώτος από την βασιλική εξουσία.Οι εξουσίες τους ήταν διευρυμένες, είχαν την επίβλεψη του κράτους και το δικαίωμα να τιμωρούν ακόμα και τους βασιλείς. Αποφάσιζαν για όλα τα σπουδαία ζητήματα και όπως οι επόπτες στους γυμναστικούς αγώνες, μόλις έβλεπαν κάποιον να παρανομεί, τον τιμωρούσαν αμέσως. Σε καιρό πολέμου δύο έφοροι ακολουθούσαν τον βασιλιά στην εκστρατεία χωρίς να παρεμβαίνουν άμεσα στο έργο του, ο ρόλος τους ήταν μάλλον συμβουλευτικός και εποπτικός. Επίσης οι έφοροι ήταν υποχρεωμένοι κατά την διάρκεια της θητείας τους να ανταλλάσουν όρκους με τους βασιλείς.



Συνέλευση πολιτών. Η συνέλευση των πολιτών στη Σπάρτη ονομαζόταν Απέλλα. Σε αυτήν συμμετείχαν όλοι οι Σπαρτιάτες πολίτες που ήταν πάνω από τριάντα χρονών. Δεν γνωρίζουμε τον ακριβή χώρο που συνερχόταν, οι εξουσίες της ήταν περιορισμένες. Δεν συζητούσαν τα ζητήματα της πόλης αλλά επικύρωναν δια βοής θέματα που είχαν αποφασιστεί εκ των προτέρων από την γερουσία και τους βασιλείς. Στις αρμοδιότητές της ήταν η επικύρωση ζητημάτων εξωτερικής πολιτικής, η εκλογή των εφόρων και των γερόντων, να υποδεικνύει τους στρατηγούς και να παρέχει πολιτικά δικαιώματα σε μη Σπαρτιάτες ή να αφαιρεί πολιτικά δικαιώματα από ομοίους.



Όπως είδαμε και παραπάνω τα κείμενα που διαθέτουμε για τη Σπάρτη προέρχονται από μη Σπαρτιάτες συγγραφείς και είναι συχνά αποσπασματικά και αντιφατικά και κινούνται μεταξύ μομφής και επαίνου. Μετά το τέλος του Πελοποννησιακού Πολέμου το ενδιαφέρον για το πολίτευμα του νικητή του πολέμου αυξάνεται καθώς και οι απόψεις για τη δομή του σπαρτιατικού πολιτεύματος. Για τους στοχαστές της κλασικής εποχής ο ακριβής προσδιορισμός του σπαρτιατικού πολιτεύματος ήταν ένα δύσκολο ζήτημα. Πρώτος ο Πλάτωνας, επιχείρησε μια πολύπλοκη ερμηνεία του πολιτεύματος της Σπάρτης, χωρίς ωστόσο να καταλήξει στον ακριβή προσδιορισμό του. Σε αυτό που φαίνεται όλοι να συμφωνούν είναι ότι το σπαρτιατικό πολίτευμα ήταν ένα «μεικτό» πολίτευμα που το τοποθετούσαν μεταξύ των καλύτερων αν όχι το καλύτερο. Μπροστά σε αυτήν την αδυναμία τους να ορίσουν το σπαρτιατικό πολίτευμα με συγκεκριμένο τρόπο, διατύπωσαν την άποψη περί «μεικτού» πολιτεύματος. Σε αυτό το πλαίσιο διατύπωσαν πολλούς συνδυασμούς για τον ρόλο που είχε κάθε πολιτειακό όργανο. Με βάση τη φύση και την προέλευση τον πολιτειακών θεσμών της το σπαρτιατικό πολίτευμα είναι πράγματι «μεικτό». Ωστόσο αν κρίνουμε το σπαρτιατικό πολίτευμα με βάση τα κριτήρια που υπήρχαν για την απόκτηση της ιδιότητας του πολίτη καθώς και την δυνατότητα συμμετοχής στα πολιτειακά όργανα, είμαστε εκ των πραγμάτων αναγκασμένοι να παραδεχθούμε πως ήταν ένα ολιγαρχικό πολίτευμα με αριστοκρατικά χαρακτηριστικά. Η επίκληση του «μεικτού» πολιτεύματος της Σπάρτης ωστόσο από τους ολιγαρχικούς κύκλους της Αθήνας δεν ήταν τυχαία. Στόχευαν στην κριτική της αθηναϊκής Δημοκρατίας όπως είχε διαμορφωθεί από τα τέλη του 5ου π. Χ. αι. και έπειτα. Η αναφορά συνεπώς της ύπαρξης του «μεικτού» πολιτεύματος στην Σπάρτη, αποτελούσε για τους ολιγαρχικούς της Αθήνας του 4ου π. Χ. αι. ένα πολιτικό επιχείρημα και όχι ένα ιστορικό γεγονός, με στόχο να καταστήσουν εφικτή την πολιτειακή αλλαγή. Την αντικατάσταση δηλαδή της Δημοκρατίας με μια μετριοπαθή ολιγαρχία. 


Βιβλιογραφία:  
  •  Birgalias, Buraselis, Cartledge, «Μεικτό Σπαρτιατικό πολίτευμα και Πάτριος Αθηναϊκή Πολιτεία», Η συμβολή της αρχαίας Σπάρτης στην πολιτική σκέψη και πρακτική, εκδ. Αλεξάνδρεια 2007: 117- 136. 
  •  Mossé Cl., «Οι θεσμοί στην κλασική Ελλάδα», μτφρ. Μ. Παπαηλιάδη, Αθήνα, 2002.
  •   Mosse Cl., Schnapp- Gourbeillon An., «Επίτομη Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδας», μτφρ. Λ. Στεφάνου, εκδ. Παπαδήμα, Αθήνα, 2015. 
  •  Mήλιος, «H έννοια του ελεύθερου πολίτη», στο Δημόσιος και ιδιωτικός βίος στην Eλλάδα I, τ. A΄: Δημόσιος και ιδιωτικός βίος στην Aρχαία Eλλάδα , Πάτρα, 2000: 23-113.
  •   Mπιργάλιας N., «O αρχαίος δημόσιος βίος, πολιτική ζωή και τάξεις: δικαστική, στρατιωτική και θρησκευτική ζωή», στο Δημόσιος και ιδιωτικός βίος στην Eλλάδα I, τ. A΄: Δημόσιος και ιδιωτικός βίος στην Aρχαία Eλλάδα, Πάτρα, 2000: 115-238.
  • Αισχίνης «Άπαντα», τ. 2: Κατά Κτησιφώντος, μτφρ. Φιλολογική ομάδα Κάκτου, εκδ. Κάκτος, Αθήνα.
  •  Αριστοτέλης, «Πολιτικά», τ. Β’, μτφρ Σπ. Χ. Μαγγίνας, εκδ. Γεωργιάδη, Αθήνα.
  •   Ξενοφών, «Λακεδαιμονίων Πολιτεία», μτφρ. Φιλολογική ομάδα Κάκτου, εκδ. Κάκτος, Αθήνα, 1993.
  •   Πλάτων, «Νόμοι», τ.1, μτφρ. Φιλολογική ομάδα Κάκτου, εκδ. Κάκτος, Αθήνα.
  •   Πλούταρχος, «Βίοι Παράλληλοι», Λυκούργος- Νουμάς, μτφρ. Σπ. Χ. Μαγγίνας, εκδ. Γεωργιάδη, Αθήνα.