Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Translate

Κυριακή 17 Μαρτίου 2019

Ολυμπιακοι αγώνες

Από όλους τους πανελλήνιους αγώνες στην αρχαία Ελλάδα οι σημαντικότεροι λάμβαναν χώρα στην Ολυμπία.
«Όπως το νερό είναι το πολυτιμότερο από τα στοιχεία, και όπως ο χρυσός προβάλλει σαν το πιο ακριβό ανάμεσα σε όλα τα αγαθά, και όπως, τέλος, ο ήλιος φωτοβολεί περισσότερο από κάθε άλλο άστρο, έτσι και η Ολυμπία λάμπει σκιάζοντας κάθε άλλον αγώνα» τραγουδά ο Πίνδαρος στην πρώτη ολυμπιακή ωδή του.

Σύμφωνα με την παράδοση, πρώτοι οι θεοί αγωνίστηκαν στην Ολυμπία. Ο Δίας νίκησε τον Κρόνο στην πάλη, ο Απόλλωνας τον Ερμή στο δρόμο και τον Άρη στην πυγμή. Επίσης οι αρχαίες πηγές αναφέρουν αρκετούς ήρωες ως ιδρυτές των αγώνων.
Στη μυκηναϊκή παράδοση ανήκει ο μύθος του Πέλοπα. Μετά τη νίκη του επί του Οινόμαου, ο Πέλοπας ίδρυσε αγώνες προς τιμήν του Οινόμαου για να καθαρθεί, αλλά και για να ευχαριστήσει τους θεούς για τη νίκη που του χάρισαν. Η Ιπποδάμεια ίδρυσε γυναικείους αγώνες προς τιμήν της Ήρας, τα λεγόμενα Ηραία. Έτσι λοιπόν καθιερώθηκαν οι αγώνες στην Ολυμπία. Η ίδρυση των αγώνων, σύμφωνα με άλλους μύθους, αποδίδεται στον ημίθεο Ηρακλή, ο οποίος ιδρύει τους αγώνες δρόμου αλλά και τις αρματοδρομίες. Ο Ηρακλής είναι εκείνος που έφερε την αγριελιά από τη χώρα των Υπερβορείων, τη φύτεψε στο Ιερό, και καθόρισε τα όρια της ιεράς Άλτεως. 

Επίσης σύμφωνα με άλλους μύθους, ο Ιδαίος Ηρακλής με τα τέσσερα αδέλφια του, τους Δακτύλους ή Κουρήτες, φτάνει στην Ολυμπία από την Κρήτη, ορίζει το μήκος του σταδίου, οργανώνει αγώνες δρόμου με τα αδέλφια του και στεφανώνει το νικητή με αγριελιά. Ανάμεσα στα ονόματα των ιδρυτών των αγώνων αναφέρονται επίσης ο Νηλέας, ο Πελίας αλλά και ο Πίσος, επώνυμος ήρωας της Πισάτιδας. Τέλος ο Στράβων θεωρεί ότι οι αγώνες οργανώθηκαν από τον Όξυλλο, βασιλιά των Ηρακλειδών μετά την κάθοδό τους στην Ηλεία (μετά το 1200 π. Χ.). Αργότερα αναδιοργανώθηκαν από τον Ίφιτο, που σύναψε συμφωνία (την ιερή εκεχειρία) με το βασιλιά και νομοθέτη της Σπάρτης Λυκούργο και το βασιλιά της Πίσας Κλεισθένη. Τότε λοιπόν η Ολυμπία μετατράπηκε σε πανελλήνιο κέντρο. Οι αρχαίες γραπτές πηγές αναφέρουν ως έτος έναρξης των αγώνων το 776 π.Χ. Από το έτος αυτό αρχίζει και ο κατάλογος των Ολυμπιονικών (που συμπληρώθηκε βέβαια πολύ αργότερα). 

Οι Πισάτες διοργάνωναν τους αγώνες από το 688 έως το 572 π.Χ. Το 570 π.Χ. οι Ηλείοι κατέλαβαν την Πίσα και έθεσαν υπό τον έλεγχό τους τη διοργάνωση των αγώνων. Τον 5ο αι. π.Χ. οι αγώνες έφτασαν στο απόγειο της δόξας τους. Στην ελληνιστική εποχή όμως, έχασαν τον αρχικό τους χαρακτήρα και μετατράπηκαν σε επαγγελματικές αθλητικές εκδηλώσεις κάτι που παγιώθηκε στη ρωμαϊκή εποχή. Τα μεγάλα ιστορικά γεγονότα που διαδραματίσθηκαν, στην πορεία των αιώνων στον ελλαδικό χώρο, είχαν τον αντίκτυπό τους στα αθλητικά ιδεώδη των Ολυμπιακών αγώνων, με αποτέλεσμα να επέλθει σταδιακή πτώση των ηθικών αξιών, που επιδεινώθηκε αισθητά από το 146 μ.Χ., όταν η κυρίως Ελλάδα υποτάχθηκε στο ρωμαϊκό κράτος και οι Ηλείοι έχασαν την ανεξαρτησία τους. Το 2ο αι. μ.Χ., όταν παραχωρήθηκε το δικαίωμα του Ρωμαίου πολίτη σε όλους τους κατοίκους της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, παρατηρήθηκε και μία διεθνοποίηση των αγώνων. Τελικά, καταργήθηκαν από το Θεοδόσιο Α΄ το 393 μ.Χ. (293η Ολυμπιάδα), όταν με διάταγμά του απαγορεύθηκε η λειτουργία όλων των ειδωλολατρικών Ιερών. 

Με τους Ολυμπιακούς αγώνες σφυρηλατήθηκε η εθνική, φυλετική και πνευματική ενότητα των Ελλήνων. Οι αγώνες συνδύαζαν το βαθύ θρησκευτικό πνεύμα με το ηρωικό παρελθόν των Ελλήνων, τον μέγιστο βαθμό της καλλιέργειας του σώματος, του νου και της ψυχής με τις πανανθρώπινες φιλοσοφικές αξίες και την προβολή του ατόμου και των πόλεων με το ύψιστο ιδανικό της ελευθερίας.
Ο υπερεθνικός χαρακτήρας τους επιζεί και στους σύγχρονους Ολυμπιακούς Αγώνες, που ύστερα από διακοπή 15 αιώνων οργανώθηκαν στην Αθήνα το 1896, και τελούνται από τότε κάθε τέσσερα 
Οι Ολυμπιακοί αγώνες ετελούντο κάθε τέσσερα πλήρη χρόνια, ήταν δηλαδή πεντετηρικοί. Το διάστημα που μεσολαβούσε από τη λήξη των αγώνων ως την αρχή των επόμενων ονομαζόταν Ολυμπιάς, όρος που χρησιμοποιείτο για να δηλώσει και τους ίδιους τους αγώνες. Οι αγώνες γίνονταν την πρώτη πανσέληνο μετά το θερινό ηλιοστάσιο (Ιούλιο-Αύγουστο). Ως το 684 π.Χ. που τα αγωνίσματα ήταν έξι, οι αγώνες γίνονταν σε μια μέρα. Όσο όμως αυξάνονταν τα αγωνίσματα (στην κλασική εποχή είχαν φτάσει τα 18), αυξάνονταν και οι μέρες διάρκειας των αγώνων.

Δικαίωμα συμμετοχής είχαν όλοι οι ελεύθεροι Έλληνες πολίτες, που δεν είχαν διαπράξει φόνο ή ιεροσυλία. Απαγορευόταν η συμμετοχή στους βάρβαρους και στους δούλους. Οι Ρωμαίοι αργότερα, προκειμένου να λάβουν μέρος στους αγώνες, προσπάθησαν να αποδείξουν την ελληνική τους καταγωγή. Οι γυναίκες είχαν δικαίωμα συμμετοχής στους ιππικούς αγώνες μόνο ως ιδιοκτήτριες των ίππων. Όλοι όμως, εκτός από τις γυναίκες, είχαν δικαίωμα να παρακολουθήσουν τους αγώνες ακόμα και οι βάρβαροι και οι δούλοι. Η αυστηρότατη διάταξη που απαγόρευε στις γυναίκες την παρακολούθηση των αγώνων παραμένει ανεξήγητη. Σύμφωνα με τον Παυσανία η απαγορευτική διάταξη ίσχυε μόνο για τις παντρεμένες γυναίκες. Μόνο η ιέρεια της θεάς Δήμητρας Χαμύνης μπορούσε να τους παρακολουθήσει καθισμένη στο βωμό της θεάς, που βρίσκεται στη βόρεια πλευρά του σταδίου. Η τιμωρία των γυναικών που θα παρέβαιναν τον απαγορευτικό νόμο ήταν ο θάνατος. Τις κατακρήμνιζαν από το όρος Τυπαίο που βρίσκεται νότια του Ιερού. Ωστόσο η μόνη που παραβίασε το νόμο και δεν τιμωρήθηκε ήταν η Καλλιπάτειρα, κόρη του ξακουστού Ολυμπιονίκη Διαγόρα, η οποία καταγόταν από γένος Ολυμπιονικών. Για το λόγο αυτό οι κριτές δεν θέλησαν να την τιμωρήσουν.

Από τα πέρατα του ελληνικού κόσμου έρχονταν θεατές για να παρακολουθήσουν τους αγώνες. Το πλήθος που έφτανε στην Ολυμπία για την παρακολούθηση των αγώνων, έστηνε τις σκηνές του κατά μήκος των ποταμών ή κάτω από τα δέντρα. Εκτός από τους μεμονωμένους προσκυνητές υπήρχαν και οι θεωρίες, οι επίσημες δηλαδή αντιπροσωπείες των πόλεων, οι οποίες απαρτίζονταν από επιφανείς πολίτες και έφερναν πλουσιότατα δώρα στο Ιερό. Οι αθλητές έπρεπε να πάνε στην Ήλιδα, τη διοργανώτρια πόλη των αγώνων ένα μήνα πριν την έναρξή τους, για να προπονηθούν κάτω από την επίβλεψη των Ηλείων κριτών.

Την εποπτεία για την τήρηση των κανονισμών είχαν οι Ελλανοδίκες. Αρχικά ο θεσμός των Ελλανοδικών ήταν κληρονομικός και ισόβιος. Αργότερα όμως (ίσως από το 584 π.Χ.) η εκλογή τους γινόταν με κλήρο ανάμεσα σε όλους τους Ηλείους πολίτες. Εκλέγονταν για μια Ολυμπιάδα και η εκπαίδευσή τους διαρκούσε δέκα μήνες. Το διάστημα αυτό έμεναν στην Ήλιδα στον Ελλανοδικαιώνα, όπου μάθαιναν τους κανονισμούς των αγώνων. Επίσης, εκτός από την οργάνωση και τη διεξαγωγή των αγωνισμάτων έργο τους ήταν και η απονομή των βραβείων. Μπορούσαν επίσης να επιβάλουν ποινές χρηματικές και σωματικές, ή και να αποκλείσουν ακόμα αθλητές από τους αγώνες. Από τις χρηματικές ποινές κατασκευάζονταν χάλκινα αγάλματα του Διός, οι Ζάνες (πληθυντικός της λέξης Ζευς), τα οποία τοποθετούσαν στην Άλτη, μπροστά στην είσοδο του Σταδίου. Ο αριθμός των Ελλανοδικών δεν ήταν ο ίδιος καθ΄όλη τη διάρκεια των αγώνων. Αρχικά ήταν δύο, μετά εννέα, αργότερα δώδεκα και τέλος δέκα (από το 348 π.Χ.) έως το τέλος των αγώνων. Κατά τη διάρκεια των αγώνων ήταν ντυμένοι με κόκκινο μανδύα και κάθονταν στην εξέδρα που βρίσκεται στη νότια πλευρά του Σταδίου. Η αναγγελία των αγώνων γινόταν από τους σπονδοφόρους, οι οποίοι κρατούσαν κλαδιά ελιάς και μετέφεραν το μήνυμα της ιερής εκεχειρίας από πόλη σε πόλη. Κατά τη διάρκεια της εκεχειρίας (αρχικά ένας μήνας, αργότερα τρεις, ενώ μερικοί αναφέρουν και το διάστημα των δέκα μηνών), σταματούσε κάθε εχθροπραξία, απαγορευόταν η είσοδος στην Ηλεία σε οπλισμένο άνδρα ή σε ομάδα στρατού και απαγορευόταν η εκτέλεση οποιασδήποτε θανατικής καταδίκης. Αξίζει να σημειωθεί ότι στα 1200 περίπου χρόνια που διήρκεσαν οι αγώνες οι παραβιάσεις του θεσμού ήταν ελάχιστες και ασήμαντες. Αυτό ακριβώς δείχνει ότι ήταν ένας θεσμός ισχυρός, απόλυτα σεβαστός από όλους.

Οι αγώνες ήταν γυμνικοί, ιππικοί και αργότερα προστέθηκαν και μουσικοί. Οι γυμνικοί αγώνες γινόντουσαν στο στάδιο και οι ιππικοί στον ιππόδρομο.


Στο διάστημα της προετοιμασίας των αθλητών στην πόλη της Ήλιδας, οι Ελλανοδίκες τους χώριζαν, ανάλογα με την ηλικία τους, σε κατηγορίες (ανδρών και παίδων).

Δύο ημέρες πριν την έναρξη των αγώνων, αθλητές, κριτές και επίσημοι ξεκινούσαν σε πομπή από την Ήλιδα και έφταναν στην Ολυμπία διανύοντας την Ιερά Οδό.

Πρώτη ημέρα.
Την πρώτη ημέρα το πρωί γινόταν η τελετή ορκωμοσίας για την τήρηση των κανόνων εκ μέρους των αθλητών, των συγγενών τους και των κριτών στο Βουλευτήριο, μπροστά στο άγαλμα του Ορκίου Διός. Στη συνέχεια γινόταν η καταγραφή των αθλητών, ο χωρισμός τους κατά αγωνίσματα, και η κλήρωσή τους κατά ζεύγη ή τη σειρά που θα αγωνίζονταν. Έπειτα, κοντά στην είσοδο του σταδίου πραγματοποιούνταν οι αγώνες των κηρύκων και των σαλπιγκτών. Το απόγευμα τελούνταν θυσίες στην ιερή Άλτη και χρησμοδοσίες. Επίσης φιλόσοφοι, ιστορικοί και ποιητές απήγγειλλαν λόγους και γίνονταν διάφορες συναθροίσεις.

Δεύτερη ημέρα.
Το πρωί όλοι οι αθλητές και οι Ελλανοδίκες σε πομπή πήγαιναν στο στάδιο, όπου τους περίμενε συγκεντρωμένο το πλήθος. Οι αγώνες άρχιζαν με το αγώνισμα του σταδίου δρόμου, ακολουθούσε η πάλη παίδων, η πυγμή και το παγκράτιο.

Τρίτη ημέρα.
Το πρωί διεξάγονταν οι αρματοδρομίες και τα ιππικά αγωνίσματα στον ιππόδρομο. Το απόγευμα στο στάδιο γινόταν το αγώνισμα του πεντάθλου (άλμα, δίσκος, δρόμος, ακόντιο, πάλη). Το βράδυ της ίδιας μέρας έκαναν θυσίες προς τιμήν του Πέλοπα και ακολουθούσαν εορταστικά δείπνα.

Τέταρτη ημέρα.
Όλοι οι αθλητές, οι Ελλανοδίκες, οι θεωρίες σε πομπή που ξεκινούσε από το γυμνάσιο έφτανε στο μεγάλο βωμό του Διός, όπου έκαναν θυσία 100 ζώων (εκατόμβη). Μετά το τέλος της λαμπρής αυτής τελετής, γίνονταν οι αγώνες δρόμου των ανδρών, της πάλης, της πυγμής και του παγκρατίου. Η μέρα τελείωνε με την οπλιτοδρομία.

Πέμπτη ημέρα.
Η τελευταία μέρα ήταν αφιερωμένη στην βράβευση των αθλητών. Οι νικητές πήγαιναν προς το ναό του Διός, όπου τους στεφάνωναν οι Ελλανοδίκες. Ακολουθούσε επίσημο γεύμα στο πρυτανείο και εορταστικές εκδηλώσεις που διαρκούσαν μέχρι το βράδυ.





Οι αγώνες ήταν στεφανίτες. Το άθλο, δηλαδή, ήταν ένα στεφάνι από κλαδί αγριελιάς, ο κότινος. Σύμφωνα με την παράδοση, τον κότινο ως έπαθλο των αγώνων καθιέρωσε ο Ίφιτος, ύστερα από σχετικό χρησμό του μαντείου των Δελφών. Τα κλαδιά για τα στεφάνια των νικητών έκοβαν από την Καλλιστέφανο ελιά που ήταν νοτίως του ναού του Διός. Ένας «παις αμφιθαλής» (που ήταν δηλαδή στη ζωή οι γονείς του) με χρυσό ψαλίδι έκοβε τα κλαδιά. Στη συνέχεια τα πήγαινε στο ναό της Ήρας και τα ακουμπούσε επάνω σε μία χρυσελεφάντινη τράπεζα. Από εκεί τα έπαιρναν οι Ελλανοδίκες για να στεφανώσουν τους νικητές. Για βραβείο χρησιμοποιούσαν ακόμη μάλλινες ταινίες τις οποίες έδεναν στο μέτωπο ή σε άλλα μέρη του σώματος των αθλητών.

Ανυπολόγιστη, όμως, ήταν η ηθική σημασία της νίκης στην Ολυμπία. Τις νίκες αυτές ύμνησαν μεγάλοι ποιητές, όπως ο Συμωνίδης, ο Βακχυλίδης και ο σπουδαιότερος όλων, ο Πίνδαρος. Ο Ολυμπιονίκης όταν επέστρεφε στην πόλη του απολάμβανε μεγάλες τιμές. Κατεδαφιζόταν ένα τμήμα των τειχών της πόλης, εφόσον πόλη που γέννησε Ολυμπιονίκη δεν είχε ανάγκη από τείχη, και από τη νέα είσοδο έμπαινε ο νικητής στην πόλη, ανεβασμένος σε ένα μεγαλόπρεπο τέθριππο άρμα. Στη συνέχεια ο νικητής πρόσφερε θυσία στο θεό προστάτη της πόλης και του αφιέρωνε το στεφάνι του. Ακολουθούσε εορταστικό δείπνο στο οποίο καθόταν όλη η πόλη.

Άλλα προνόμια που έδιναν στους νικητές ήταν η ισόβια σίτισή του με δημόσια δαπάνη, η ατέλεια (φορολογική απαλλαγή), ενώ στην Αθήνα ο Σόλων θέσπισε και χρηματικό βραβείο. Στη Σπάρτη ο νικητής αποκτούσε το δικαίωμα να πολεμάει δίπλα στο βασιλιά. Στις δημόσιες εκδηλώσεις είχαν πάντα τιμητική θέση, ενώ πολλές φορές το όνομά τους χαρασσόταν πάνω σε στήλες που τοποθετούσαν σε περίοπτη θέση. Σε μερικές πόλεις οι Ολυμπιονίκες λατρεύονταν σαν ήρωες μετά το θάνατό τους.

Οι τιμές και τα προνόμια των Ολυμπιονικών ποίκιλλαν από πόλη σε πόλη. Ωστόσο η σημαντικότερη τιμή του Ολυμπιονίκη ήταν το δικαίωμα του να τοποθετήσει το άγαλμά του στην ιερή Άλτη και ο επινίκιος, ο ύμνος δηλαδή που γραφόταν για να εξυμνήσει τη νίκη του. Οι δύο αυτές τιμές εξασφάλιζαν τη δόξα του και το όνομά του έμενε γνωστό για πάντα.